Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

Η Οριάνα γράφει… για Φαλάτσι – Παναγούλη

Στην κηδεία του Αλέξανδρου Παναγούλη, το 1976. Η σχέση τους ποτέ δεν άρεσε στην οικογένειά του (Keystone/Hulton Archive/Getty Images/Ideal Images)

«Στον τάφο του Αλέκου δεν άφησα ποτέ ούτε λουλουδάκι» γράφει. Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό της, η δημοσιογράφος-θρύλος αυτοβιογραφείται. Το πολυαναμενόμενο βιβλίο κυκλοφορεί την Πέμπτη στην Ιταλία και φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές της ζωής της με τον Παναγούλη


Το λουλούδι στον τάφο του Αλέκου Παναγούλη που δεν άφησε ποτέ, η ζωή που μοιράστηκαν στην Τοσκάνη, η απέχθειά του προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, η κατάθεσή της στον εισαγγελέα για τον θάνατό του, η εχθρικότητα της οικογένειάς του απέναντί της. Η Οριάνα Φαλάτσι αυτοβιογραφείται δέκα χρόνια από τον θάνατό της με ένα βιβλίο που πρόκειται να κυκλοφορήσει στις 13 Οκτωβρίου στην Ιταλία. Ο τίτλος του; «Μόνο εγώ μπορώ να γράψω την ιστορία μου. Αυτοπροσωπογραφία μιας άβολης γυναίκας». Κι αυτό που ακολουθεί είναι το απόσπασμα που προδημοσίευσε η Corriere della Sera.

«Δεν αγάπησα κανέναν όπως τον Αλέκο»

Γράφει η Φαλάτσι: «Στον τάφο του Αλέκου δεν άφησα ποτέ ούτε λουλουδάκι. Κάθε 1η Μαΐου, δηλαδή σε κάθε επέτειο του θανάτου του, του έστελνα 37 κόκκινα τριαντάφυλλα: ναι. (Ηταν 37 χρόνων όταν τον σκότωσαν). Αλλά εκείνο το λουλουδάκι δεν του το άφησα ποτέ. Στο κοιμητήριο της οικογένειάς μου, στη Φλωρεντία, έχω βάλει μια επιτύμβια στήλη στη μνήμη του: ναι. Την έχω βάλει στη γωνιά που θα θαφτώ. Αλλά τον δικό του τάφο δεν τον έχω δει ποτέ και ποτέ δεν θα τον δω. Δεν θέλω να τον δω. Επειτα, τι νόημα θα είχε να τον δω; Εκεί υπάρχουν μόνο τα κόκαλά του ξεκοκαλισμένα από τους κανίβαλους (…) και από τα όρνια που πουλάνε μπλουζάκια με τη στάμπα του ήρωα-που-πέθανε-στη-Γλυφάδα. Η ψυχή του βρίσκεται στην καρδιά μου».
«Επέστρεψα στην Ελλάδα όταν μπόρεσα: η μητέρα μου πέθαινε. Χειροτέρεψε ξαφνικά την ημέρα που πέθανε ο Αλέκος. Πόνεσε γιατί τον αγαπούσε πολύ: όσο αγαπούσε κι αυτός εκείνη. Πράγματι τη φώναζε Μαμά ή Μαμά Τόσκα: ήξερε πόσο πολύ την ευχαριστούσε αυτό. Εκείνη την ημέρα η μαμά έπεσε στο κρεβάτι και ουσιαστικά δεν ξανασηκώθηκε μέχρι την ημέρα που πέθανε. Λίγο πριν πεθάνει, την προηγούμενη ημέρα, μου είπε: “Πάω στον Αλέκο”.
» Κι έπειτα τι είχα πια να κάνω στην Ελλάδα; Τίποτε εκτός από το πάω κάποιο λουλούδι στον τάφο του και να κλάψω βλέποντάς τον τόσο άσχημο, ανολοκλήρωτο.
(Στην αρχή μού είχαν ζητήσει να τον φτιάξω εγώ και είχα παραγγείλει ακόμα και την πέτρα για τον φτιάξω όπως θα ήθελε ο Αλέκος: παρόμοιο με τον τάφο τού Γκαριμπάλντι, χωρίς σταυρούς. Αλλά μετά, όταν η πλάκα ήταν έτοιμη, μου είπαν να την κρατήσω για μένα… Πιστεύω εξαιτίας του σταυρού, δηλαδή του γεγονότος ότι δεν ήθελα να βάλω σταυρούς. Ο Αλέκος μισούσε πολύ τους σταυρούς).


Μαζί με την Τόσκα, τη μητέρα της Φαλάτσι, έναν χρόνο πριν από τον θάνατο του Αλέκου

«Σε αντιστάθμισμα, είχα να κάνω κάτι σημαντικό: να σταθώ στη μητέρα μου στη διάρκεια της αγωνίας της. Κι έτσι, όταν η κατάστασή της χειροτέρευσε ακόμη περισσότερο και ο καρκίνος εισέβαλε σε όλο το σώμα της, δεν έφυγα ούτε στιγμή από το πλευρό της. Τους πρώτους οκτώ μήνες του πένθους για τον Αλέκο, τα πέρασα ουσιαστικά στο δωμάτιο της μητέρας μου, περιμένοντας τον θάνατό της. Ηταν τρομερό για μένα όταν πέθανε η μαμά. Επρεπε να επαναλάβω τα ίδια πράγματα: να ντύσω το σώμα, να το βάλω στο φέρετρο, να συνοδεύσω το φέρετρο στο κοιμητήριο, να το δω να κατεβαίνει σε μια μαύρη τρύπα… Και πρέπει να γίνει αντιληπτό ένα πράγμα: ο Αλέκος και η μητέρα μου ήταν τα δυο πλάσματα της ζωής μου. Οσο περισσότερο κοιτάζω πίσω, τόσο καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν αγάπησα τίποτε και κανέναν όπως τον Αλέκο και τη μαμά μου. Και τώρα έχουν φύγει και οι δυο τους. Ο ένας μετά τον άλλον, μέσα σε οκτώ μήνες. Αλλά έχω να πω και κάτι άλλο: όταν πέθανε η μαμά, κανένας δεν μου έστειλε μια λέξη παρηγοριάς από την Αθήνα. Κανένας. Κανένας δεν έστειλε ένα λουλούδι. Κι όμως, ο αδελφός και η μητέρα του Αλέκου γνώριζαν τη μαμά μου. Είχαν έρθει στο εξοχικό μας το 1975 και η οικογένειά μου τους είχε δεχτεί με πολλή αγάπη».

Δεν υπάρχουν σχόλια: