Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

«Δεν είναι, παιδί μου, που δεν δουλεύουν, είναι που δεν έχουν όρεξη για δουλειά», έλεγε ο αείμνηστος παππούς μου...


Παρακολουθώντας τον τρόπο που συμπεριφέρονται αρκετοί από τους κυβερνώντες, αλλά και ευρύτερα από το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό, μου έρχεται στο νου μια ρήση, την οποία, εν είδει παροιμίας, χρησιμοποιούσε ο αείμνηστος παππούς μου σε τέτοιες περιστάσεις. «Δεν είναι, παιδί μου, που δεν δουλεύουν, είναι που δεν έχουν όρεξη για δουλειά», έλεγε.


Είναι, όντως, εντυπωσιακό να βλέπει κανείς πόσο. ανόρεκτα κάνουν τη δουλειά που έχουν αναλάβει αρκετοί από τους κυβερνώντες, οι οποίοι στις περισσότερες των περιπτώσεων κρύβονται πίσω από την τρόικα. Ό,τι κάνουν, ομολογούν ότι γίνεται επειδή «το απαιτεί η τρόικα». Και για ό,τι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν ισχυρίζονται ότι δεν γίνεται διότι «δεν το επιτρέπει η τρόικα».

Θέλω, ωστόσο, να αποφύγω τον πειρασμό να θέσω το ερώτημα «και τότε, ρε φίλε, εσύ γιατί παριστάνεις τον υπουργό;», το οποίο μου έρχεται στα χείλη κάθε φορά που ακούω να διατυπώνονται ισχυρισμοί αυτού του τύπου, επειδή δεν είναι στις προθέσεις μου να υπερασπιστώ τους ιδεοληπτικούς παραλογισμούς που συχνά ενέχουν οι επιβολές των τροϊκανών. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να είναι το μόνιμο άλλοθι για την απραξία. 

Γιατί, κακά τα ψέματα, ο στρεβλός τρόπος με τον οποίο επιχειρείται να εφαρμοστεί η αναγκαία αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, επειδή οι εκπρόσωποι των δανειστών μας θέλουν «εδώ και τώρα ανθρωποθυσίες», είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι, έπειτα από τόσον καιρό που γίνεται συζήτηση για τις επιβεβλημένες αλλαγές, δεν έγινε σε κανένα υπουργείο και σε καμία υπηρεσία ένα, έστω υποτυπώδες, βήμα προς την περιβόητη αξιολόγηση, έτσι ώστε να υπάρχει ένας στοιχειώδης πειστικός αντίλογος απέναντι στις τροϊκανές εμμονές.

Πέραν αυτού, από απλά μέτρα για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών που δεν έχουν οικονομικό κόστος ως την μάχη για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, η οποία εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει κάνοντας τη ζωή όλων μας δυσκολότερη, ο κατάλογος με τις πρωτοβουλίες που μπορεί να αναληφθούν από τους έχοντες θέσεις ευθύνης, χωρίς να απαιτείται η άδεια της τρόικας είναι μακρύς. 

Ποιος και γιατί, για παράδειγμα, έχει αφήσει εδώ και κάμποσους μήνες «ακέφαλα» αρκετά νοσοκομεία; Είναι, άραγε, και αυτό «προαπαιτούμενο» για τη δόση; Ή μήπως επανεξετάζεται ο κατάλογος με τους υποψηφίους, επειδή, πλέον, η «μοιρασιά» δεν θα είναι τρικομματική, αλλά δικομματική; (Και με την ευκαιρία στη θέση του «4-2-1», που ξέραμε, τώρα ποιο σύστημα κατανομής των θέσεων ισχύει;).

Ο καθένας μας είναι σε θέση να παραθέσει πολλά ακόμη που μπορεί να γίνουν και δεν γίνονται λόγω της γενικής παραλυσίας που, δυστυχώς, επικρατεί σχεδόν από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικρατείας και οφείλεται αφενός στην αβεβαιότητα και στην απαισιοδοξία που έχει καταλάβει τους πάντες και αφετέρου στην απουσία ενός σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας που να ξεπερνάει τη σημερινή δυσμενή μνημονιακή πραγματικότητα και να περιγράφει τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.

Αναμφίβολα, ένα τέτοιο σχέδιο ανασυγκρότησης ή μια «νέα αφήγηση», όπως συνηθίζεται να λέγεται τελευταία, συνιστά συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ για να υπερβούμε τη σημερινή γενικευμένη καταθλιπτική παραλυσία και να δημιουργηθεί στην ελληνική κοινωνία ατμόσφαιρα βεβαιότητας και αισιοδοξίας.

Και καθώς υπάρχει μπροστά μας η προοπτική της λαϊκής ετυμηγορίας, που αν δεν εκφραστεί με πρόωρες βουλευτικές κάλπες το φθινόπωρο, θα έρθει, σίγουρα, η ώρα της τον ερχόμενο Μάιο με την -τουλάχιστον- διπλή αναμέτρηση για την τοπική αυτοδιοίκηση και την Ευρωβουλή, είναι, νομίζω, βέβαιο ότι η πολιτική δύναμη -μεμονωμένη ή συμμαχική- που θα παρουσιάσει την καλύτερη και πιο πειστική «αφήγηση» θα κόψει πρώτη το νήμα.
Με λίγα λόγια, έχω εδραία την πεποίθηση πως νικητής των επόμενων εκλογών θα είναι εκείνος που θα πείσει ότι έχει σχέδιο για τη χώρα και κυρίως όρεξη για να δουλέψει και να το εφαρμόσει χωρίς προσχηματικά άλλοθι και υπεκφυγές.










Του Γρηγόρη Τζιοβάρα

Δεν υπάρχουν σχόλια: